Όταν ένα αισθητήριο όργανο δέχεται μια εντύπωση, η δημιουργούμενη αίσθηση τηλεγραφείται στον εγκέφαλο μέσω της συνδετικής νευρικής ίνας εκεί, με μια διαδικασία για την οποία δε γνωρίζουμε τίποτε, μεταφράζεται από αίσθηση σε σκέψη.
Πιστεύουμε πως με την εμπειρία ο νους μαθαίνει να συσχετίζει ορισμένα είδη αισθήσεων με ορισμένα αντικείμενα ή καταστάσεις στο περιβάλλον όταν νιώθει τις ιδιαίτερες αισθήσεις, συμπεραίνει πως είναι παρόντα ορισμένα αντικείμενα και δημιουργεί νοητικές εικόνες ή τύπους σκέψεων, που προορίζονται να αντιπροσωπεύσουν αυτά τα αντικείμενα.
Η αλήθεια των αντιλήψεών μας καθορίζεται από το κατά πόσο ο τύπος σκέψης μας αντιστοιχεί στο πρωτότυπο. Το ακριβές αντίγραφο είναι μια αληθινή έννοια, το ατελές αντίγραφο μια ανακριβής έννοια.
«Αναγνωρίζουμε» ένα αντικείμενο μέσω μιας διαδικασίας ταξινόμησης, παρατηρώντας την ομοιότητα ή ανομοιότητα προς άλλα ήδη γνωστά αντικείμενα. Όταν τραβά, την προσοχή μας ένα άγνωστο αντικείμενο, αρχίζουμε να το συγκρίνουμε ώσπου να βρούμε σε ποιον τομέα εννοιών η εικόνων πρέπει να καταχωρηθεί αν δε βρούμε την ακριβή αντιστοιχία, το τοποθετούμε στον πιο ταιριαστό τομέα που μπορούμε να βρούμε. Με αυτό τον τρόπο δημιουργούμε μια κατηγορία, αναγνωρίζοντας την ταυτότητα στα ουσιώδη αλλά τη διαφορά στις λεπτομέρειες με τους άλλους ενοικιαστές αυτού του διαμερίσματος.
Ας υποθέσουμε πως βρισκόμαστε σε κάποιο νησί και κάτι στην παραλία τραβά την προσοχή μας. Θα προσπαθήσουμε να βρούμε σε ποια κατηγορία ταιριάζει περισσότερο από όσες γνωρίζουμε. Βλέπουμε πως κινείται και το κατατάσσουμε στα έμβια από τα τέσσερα πόδια και το δέρμα συμπεραίνουμε πως πρόκειται για ζώο. Παρατηρούμε την όρθια στάση, τα ενδύματα και τα όπλα, που είναι ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Βλέποντας όμως πως το χρώμα του δέρματος διαφέρει από όλων των ανθρώπινων πλασμάτων που έχουμε ξανασυναντήσει, θα δημιουργήσουμε μια καινούργια υποδιαίρεση στο τμήμα του νου που αποθηκεύουμε τις ιδέες που σχετίζονται με την ανθρωπότητα, το ταξινομούμε και ίσως του δώσουμε κάποιο όνομα να το υποδηλώνει στους άλλους ανθρώπους.
Αν όμως συναντήσουμε άλλο ένα αντικείμενο της ίδιας φύσης, δε θα φτιάξουμε καινούργια υποδιαίρεση, αλλά θα το κατατάξουμε όπως το προηγούμενο είδος και έτσι τώρα θα νιώθουμε πως «ξέραμε τι ήταν». Δηλαδή, η διαδικασία της «γνώσης» είναι μια διαδικασία ταξινόμησης και νιώθουμε πως «γνωρίζουμε» κάτι όταν το στριμώξουμε ικανοποιητικά ανάμεσα στις άγνοιές μας.